Labels

ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡIΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 40 ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΒΙΝΤΕΟ ΤΟ ΧΡΟΝΟΝΤΟΥΛΑΠΟ ΜΑΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ 1821-1832 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΑΡΧΑΙΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΕΛΛΑΔΑ 1967-1974 ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΞΕΝΩΝ ΜΗ ΣΥΜΒΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΛΛΑΔΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ ΘΡΥΛΟΙ / ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ 1453 - 1821 ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΡΧΑΙΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΟΙ / ΗΜΙΘΕΟΙ / ΗΡΩΕΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΒΙΒΛΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΧΑΡΤΕΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΑΤΤΙΛΑΣ ΡΗΤΑ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΙ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

8 Μαρτίου 2014

Τι νομίσματα είχαμε επί Βυζαντίου;

Νόμισμα είναι ένα μικρό σύμβολο, μεταλλικό ή χάρτινο συνήθως αντικείμενο, καθιερωμένο από το κράτος για μέσο ανταλλαγών μεταξύ των πολιτών του.
Υπάρχουν διαφόρων αξιών νομίσματα, πράγμα που αναγράφεται στη μια τους τουλάχιστον επιφάνεια και τα νομίσματα κάθε κατηγορίας έχουν δικό τους τύπο (μέγεθος, βάρος, σύσταση, παραστάσεις, κ.τ.λ.) που καθορίζεται με ειδική απόφαση και σύμφωνα με αυτή κόβονται στα νομισματοκοπεία.

25 Νοεμβρίου 2013

Οι «μάγισσες» στο Βυζάντιο: Οι δυστυχισμένες γυναίκες που έπεφταν θύματα παράλογης βίας, ρατσισμού και σεξισμού

Το άκουσμα τους και μόνο έκανε ολόκληρη την βυζαντινή κοινωνία να τρέμει από φόβο και τις μητέρες να κρύβουν τα ανήλικα παιδιά τους για να μην τα «αρπάξουν», ενώ οι άνδρες οργάνωναν «κυνήγι» εναντίον τους, προκειμένου να απαλλαχθούν από την «κατάρα» τους.

24 Νοεμβρίου 2013

Το "υγρό πυρ" των Βυζαντινών

Το υγρό πυρ ήταν ένα από τα ισχυρά όπλα των Βυζαντινών και ταυτόχρονα ένα από τα κρατικά μυστικά της αυτοκρατορίας.
Λίγοι γνώριζαν από ποιά υλικά κατασκευαζόταν και το μυστικό φυλασσόταν με κάθε τρόπο ώστε να μην πέσει στα χέρια των εχθρών της αυτοκρατορίας και να παραμείνει στο βυζαντινό οπλοστάσιο.

23 Νοεμβρίου 2013

Τί νομίσματα είχαμε επί Βυζαντίου;

Το βυζαντινό νόμισμα και  η σημασία του
Νόμισμα είναι ένα μικρό σύμβολο, μεταλλικό ή χάρτινο συνήθως αντικείμενο, καθιερωμένο από το κράτος για μέσο ανταλλαγών μεταξύ των πολιτών του. υπάρχουν διαφόρων αξιών νομίσματα, πράγμα που αναγράφεται στη μια τους τουλάχιστον επιφάνεια και τα νομίσματα κάθε κατηγορίας έχουν δικό τους τύπο

11 Νοεμβρίου 2013

Η κοινωνική πρόνοια-τα νοσοκομεία στο Βυζάντιο

Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, όπως και στην μεσαιωνική βυζαντινή αυτοκρατορία η πίστη και η ιατρική ήσαν ανέκαθεν στενά συνδεδεμένες.
• Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα Ασκληπιεία ή θεραπευτήρια, τα οποία είναι συγκρότημα κτιρίων με επίκεντρο τον ναό του Ασκληπιού.

30 Οκτωβρίου 2013

"Η Πόλις Εάλω...." το χρονικό της πολιορκίας της Βασιλεύουσας και η πτώση της (29 Μαΐου 1453)

Κωνσταντίνος Λινάρδος 

Η έναρξη της πολιορκίας και η παράταξη των δυνάμεων των Βυζαντινών

Στις 2 Απριλίου μια τεράστια Οθωμανική στρατιά που αποτελείτο από τον τακτικό στρατό, τους γενίτσαρους που περιστοίχιζαν τον Σουλτάνο Μεχμέτ Β’, δεκάδες  κανόνια με εκατοντάδες βόδια να τα σέρνουν και ένα μεγάλο πλήθος ατάκτων αλλά και βοηθητικών πλησιάζει στα 8 χιλιόμετρα την Κωνσταντινούπολη. 

Οι θρησκευτικές και πολιτικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας - Βυζαντίου ως τον 14ο Αιώνα μ. Χ.

Στο ιστορικό προσκήνιο του Βυζαντίου το όνομα Ρως εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε δυτική πηγή του 839, όταν μαζί με πρεσβεία του αυτοκράτορα Θεοφίλου προς το Λουδοβίκο τον Ευσεβή ταξίδεψαν και Ρως εφοδιασμένοι με επιστολή του Θεοφίλου[1]. Όμως, σε βυζαντινές πηγές αναφέρονται για πρώτη φορά με αφορμή τη ρωσική επίθεση στην Κωνσταντινούπολη του 869, όπου και παρουσιάζονται ως έθνος βάρβαρο και απολίτιστο.

28 Οκτωβρίου 2013

27 Οκτωβρίου 312 μ.Χ. «Εν Τούτω Νίκα» (“In hoc signo vinces”)

Στις 27 Οκτωβρίου του 312 ο Μέγας Κωνσταντίνος είδε το όραμα του Σταυρού στον ουρανό και το θεϊκό πρόσταγμα «ἐν τούτῳ νίκα», για να νικήσει στη συνέχεια τον Μαξέντιο στη μάχη στην Μουλβία γέφυρα, έξω από την Ρώμη.

29 Μαΐου 2013

Θρύλοι για την Άλωση της Πόλης

1. Ο ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ
Όταν μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, άγγελος Κυρίου άρπαξε το βασιλιά και τον πήγε σε μια σπηλιά βαθιά στη γη κάτω, κοντά στη Χρυσόπορτα. Εκεί μένει μαρμαρωμένος ο βασιλιάς και καρτερεί να κατεβεί ο άγγελος στη σπηλιά, να τον ξεμαρμαρώσει. Και θα σηκωθεί πάλι ο βασιλιάς και θα μπει στην Πόλη και θα διώξει τους Τούρκους ως την Κόκκινη Μηλιά.

29 Μαϊου 1453: Η άλωση της πόλης – Ντοκιμαντέρ

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας, της οποίας Αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος, από τον οθωμανικό στρατό, με επικεφαλής τον σουλτάνο Μωάμεθ Β’.

29 Μαΐου 1453: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους - Οι σφαγές και οι λεηλασίες

Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αγώνας μέχρι θανάτου

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ' όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά.

20 Φεβρουαρίου 2013

Δυτικά αρνητικά στερεότυπα για τους Έλληνες από τον Μεσαίωνα έως σήμερα

του Θανάση Δ. Κωτσάκη, Ιστορικού (από το νέο Λόγιο Ερμή τ. 4)

Με τη ρωμαϊκή κατάκτηση ο ελληνικός κόσμος ήλθε ουσιαστικά για πρώτη φορά σε στενή επαφή με τον λατινικό, σε μια συνύπαρξη με πολλαπλές παραμέτρους. Πέρα όμως από την πολιτισμική ώσμωση μεταξύ των δύο πλευρών (αφενός τις επιδράσεις του ελληνικού πολιτισμού στον ρωμαϊκό και αφετέρου την πρόσληψη ρωμαϊκών πρακτικών και θεσμών από την Ανατολή μέσω της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας), οι δύο κόσμοι ήλθαν και σε σύγκρουση ήδη από τον πρώιμο Μεσαίωνα. Παρατηρήθηκαν μάλιστα ανταγωνισμοί και προστριβές σε εκκλησιαστικό επίπεδο μεταξύ Παλαιάς και Νέας Ρώμης, που οδήγησαν στο σχίσμα μεταξύ Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων.

Οι σχέσεις μεταξύ Ανατολής – Δύσης επιδεινώθηκαν μετά τη μεγάλη μετανάστευση, που έλαβε χώρα από τον 3ο έως τον 5ο αι. μ.Χ., όταν τα γερμανικά φύλα κατέκλυσαν τη δυτική Ευρώπη και κατέλυσαν το δυτικό τμήμα της αυτοκρατορίας, καταλαμβάνοντας τη Ρώμη (476 μ.Χ.)(1). Παρά όμως τις επιδρομές, τις λεηλασίες και τις καταστροφές και στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, τα γερμανικά φύλα δεν κατόρθωσαν να επιβληθούν και εκεί. Επιφανή μέλη της κωνσταντινουπολίτικης αριστοκρατίας συγκρότησαν το «Πανελλήνιον», έναν φορέα με έντονο αντιγερμανικό προσανατολισμό, που είχε ως στόχο την εκδίωξή τους από την περιοχή, κάτι που τελικά πραγματοποιήθηκε με τη λαϊκή εξέγερση του 400 μ.Χ. και την εξόντωση των Γότθων του πολεμάρχου Γαϊνά, που παρεπιδημούσαν στην Κωνσταντινούπολη(2).


Έκτοτε η βυζαντινή αυτοκρατορία θα συνεχίσει να βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τα γερμανικά φύλα και τις δυτικές ηγεμονίες, με αποκορύφωμα την ιδεολογική σύγκρουσή της με την αυτοκρατορία του Φράγκου ηγεμόνα Καρλομάγνου και των επιγόνων του, που διεκδικούσε για λογαριασμό της τον τίτλο της «ρωμαϊκής αυτοκρατορίας» (800 μ.Χ.). Θέλοντας μάλιστα να μονοπωλήσουν τον τίτλο αυτό, οι Δυτικοί ηγεμόνες αποκαλούσαν τον βυζαντινό αυτοκράτορα απλώς «βασιλέα των Ελλήνων»(3) και όχι «των Ρωμαίων», και αυτός με τη σειρά του αποκαλούσε τον αυτοκράτορα της Δύσεως απλώς «ρήγα»(4) και τους Φράγκους «γένος βαρβάρων»(5).

Ο Λιουτπράνδος της Κρεμώνας και η εικόνα του για τους Βυζαντινούς


Στο πλαίσιο των διπλωματικών επαφών μεταξύ των δύο πλευρών ο Γερμανός αυτοκράτορας Όθων Α΄ (962-973), ιδρυτής της μετέπειτα Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους, απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη τον λομβαρδικής καταγωγής Λιουτπράνδο, επίσκοπο Κρεμώνας, ώστε να διαπραγματευτεί με τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά το συνοικέσιο του γιου του, Όθωνα Β΄, με την αρχοντοπούλα Θεοφανώ. Η κακή ωστόσο συμπεριφορά που φαίνεται ότι επέδειξαν οι βυζαντινές αρχές απέναντι στον Λιουτπράνδο, λόγω του ότι πήγε εκεί ως εκπρόσωπος του Γερμανού ηγεμόνα, ενός σφετεριστή της ρωμαϊκής νομιμότητας, τον εξόργισε και έγραψε μια άκρως εμπαθή και σφόδρα επικριτική αναφορά για το ταξίδι του στην Κωνσταντινούπολη με τον λατινικό τίτλο: “De Legatione Constantinopolitana”. Το κείμενο αυτό, το οποίο απηχούσε πιθανότατα όχι μόνο τις προσωπικές του απόψεις αλλά και τις επικρατούσες στον δυτικό κόσμο αντιλήψεις, θεωρείται χρήσιμο για την ανίχνευση των ριζών του δυτικού ανθελληνισμού6. Σε αυτό οι Έλληνες παρουσιάζονται ως: «επιπόλαιοι», «ανόητοι», «κόλακες», «φιλάργυροι», «δόλιοι», «απατεώνες», «αναξιόπιστοι», «ψεύτες», «προδότες» κ.ά.(7), κάτι που ερμηνεύεται υπό το πρίσμα κάποιων «συμπλεγμάτων κατωτερότητας» από τα οποία διακατέχονταν οι τότε Δυτικοί απέναντι στην ακμάζουσα ανατολική αυτοκρατορία(8).

Πιο συγκεκριμένα, κατά τον Λιουτπράνδο:
Ο Νικηφόρος είναι ένα πλάσμα πραγματικά τερατώδες, πυγμαίος με τεράστιο κεφάλι, με μάτια σαν του τυφλοπόντικα, με γενειάδα κοντή, πλατιά, πυκνή, ασπριδερή. Το μέτωπό του είναι ένα δάκτυλο πλατύ, η κόμη ατίθαση και άγρια στολίζει το άγριο πρόσωπο σαν να ήταν Ίοπας. Το δέρμα του είναι μαυριδερό σαν να ήταν Αιθίοπας. Είναι κοιλαράς με αδύνατους γλουτούς. Τα μπούτια είναι μεγάλα, δυσανάλογα με το κοντό του ανάστημα, τα πόδια του πλατιά. Φορούσε έναν παλιό χωριάτικο μανδύα, ξεφτισμένο και βρωμερό, και υποδήματα Σικυώνια. Ο λόγος του είναι θρασύς, αλλά ο νους του σαν της αλεπούς και σαv τον Οδυσσέα είναι επίορκος και ψευταράς(9). Επίσης, ο βυζαντινός αυτοκράτορας είναι: χωριάτης, κατσικοπόδαρος, κερατάς, γυναικωτός, μαλλιαρός, άξεστος, βάρβαρος, βάναυσος, «περπατά σαν γριά και έχει κατσικίσια μούρη»(10).

Συνεχίζοντας, ο Λιουτπράνδος αποφαίνεται:
Ο βασιλιάς των Ελλήνων είναι μαλλιαρός, φοράει χλαμύδα με μακριά μανίκια και γυναικείο μανδύα, είναι ψεύτης, απατεώνας, αδυσώπητος, πονηρή αλεπού, υπερόπτης, ψευδοταπεινόφρων, τσιγκούνης, πλεονέκτης, τρώει σκόρδο, κρεμμύδια και πράσα και πίνει βάλνιον. Απεναντίας, ο βασιλιάς των Φράγκων είναι καλοκουρεμένος, δεν φοράει γυναικεία ρούχα, σκεπάζει το κεφάλι του, είναι ειλικρινής, δεν εξαπατά κανέναν, είναι πολυεύσπλαχνος όταν πρέπει, αυστηρός όταν χρειάζεται, πάντα πραγματικά ταπεινόφρων, ποτέ του φιλάργυρος, δεν τρώει σκόρδο, κρεμμύδια και πράσα για να κάνει οικονομία στα ζώα(11).

Επίσης:
Ο αυτοκράτορας «εξαπατά […] και δεν λέει σε κανέναν την αλήθεια. Έπραξε όμως όπως πράττουν πάντα οι Έλληνες!»(12).
«Των Αργείων η πίστη αβέβαιη: Λατίνε πρόσεξε καλά. Μην τους πιστέψεις και μην ακούς τα λόγια τους. Για να κερδίσει το Άργος πόσο ψευδορκεί!»(13).
«Η ψεύδορκος Ελλάδα»(14).
«Των Δαναών τους δόλους και τούτους πάντες να κρίνετε από ένα και μόνο έγκλημα»(15).
«Πόσο είναι έτοιμοι οι Έλληνες να ορκιστούν στο κεφάλι κάποιου άλλου»(16).
«Ο τσιγκούνικος δείπνος τους αρχίζει και τελειώνει με μαρούλια, που κάποτε έκλειναν τους δείπνους των προγόνων τους»(17).

 Διαπιστώνεται λοιπόν στα τελευταία αυτά αποσπάσματα ότι γίνεται χρήση αρνητικών στερεοτύπων για τους Έλληνες, προερχομένων από τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, τα οποία, όπως αποδεικνύεται, ήταν εν χρήσει και κατά τον Μεσαίωνα. Η τελευταία μάλιστα φράση, αν και καθόλου κολακευτική για 
τους Έλληνες, αποδεικνύει ότι οι Δυτικοί θεωρούσαν τους βυζαντινούς απογόνους των αρχαίων Ελλήνων, δεδομένου ότι τους αντιμετώπιζαν ως μια ενιαία οντότητα. Οι δε αρνητικοί χαρακτηρισμοί εναντίον των Ελλήνων και ιδίως κατά του βυζαντινού αυτοκράτορα είναι εμφανώς υπερβολικοί και αποπνέουν εμπάθεια(18).

 Έναν σχεδόν αιώνα λοιπόν προ του σχίσματος του 1054 διαπιστώνεται η ύπαρξη αρνητικών στερεοτύπων από την πλευρά των Δυτικών και δη των Γερμανών αναφορικά κυρίως με την αξιοπιστία των Ελλήνων και την εχθρότητά τους έναντι της Δύσεως. Από το 1054 και ύστερα θα προστεθεί στα παραπάνω και η μομφή του «σχισματικού» ή σπανιότερα του «αιρετικού», δεδομένου ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν θεωρούσε τους Ορθοδόξους αιρετικούς, παρά μόνο σχισματικούς(19). Από τα τέλη δε του 11ου αιώνα, με τη διεξαγωγή της Α΄ Σταυροφορίας(20) και ιδίως μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τα στρατεύματα της Δ΄ Σταυροφορίας, οι σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών θα επιδεινωθούν δραματικά(21). Οι ηττημένοι μάλιστα Έλληνες θα αντιμετωπίσουν, πέρα από την καταπίεση, και τη χλεύη των Δυτικών κατακτητών, που τους θεωρούσαν μεταξύ άλλων «λαό γραφιάδων»(22).

Το Χρονικόν του Μορέως και η εικόνα του για τους Έλληνες

Η αντιπαλότητα μεταξύ «Ρωμαίων» (Ελλήνων) και Φράγκων (μεσαιωνικών Γάλλων) αποτυπώνεται και στο Χρονικόν του Μορέως, κείμενο του 14ου αιώνα, γραμμένο πιθανότατα από κάποιον γασμούλο(23) της Πελοποννήσου (στ. 758-761, 769):
Τίς νὰ πιστέψῃ εἰς Ρωμαῖον εἰς λόγον εἴτε εἰς ὅρκον;
λέγουσιν ὅτι εἶναι Χριστιανοὶ καὶ στὸν Θεὸν πιστεύουν·
ἐμᾶς τοὺς Φράγκους μέμφονται, λέγουν, κατηγοροῦν μας,
σκύλους μᾶς ὀνομάζουσι, ἀτοί τους ἐπαινοῦνται […]
Ἀκούσατε τὲς αἵρεσες, τὲς ἔχουν οἱ Ρωμαῖοι(24).
Ἀκούσατε οἱ ἅπαντες, Φράγκοι τε καὶ Ρωμαῖοι,
ὅσοι πιστεύετε εἰς Χριστόν, τὸ βάφτισμα φορεῖτε,
ἐλᾶτε ἐδῶ νὰ ἀκούσετε ὑπόθεσιν μεγάλην,
τὴν κακοσύνην τῶν Ρωμαίων, τὴν ἀπιστίαν ὅπου ἔχουν.
Ποῖος νὰ θαρρέσῃ εἰς αὐτούς, ὅρκον νὰ τοὺς πιστέψῃ,
ἀφῶν τὸν Θεὸν οὐ σέβονται, ἀφέντη οὐκ ἀγαποῦσιν;
ὁ εἷς τὸν ἄλλον οὐκ ἀγαπᾷ μόνον μὲ πονηρίαν.
(στ. 724-730)(25).
Αναφορικά με το σχίσμα των δύο Εκκλησιών (1054), το Χρονικόν του Μορέως λέει:
Οἱ Φράγκοι γὰρ καὶ οἱ Ρωμαῖοι πίστιν μίαν ἐκρατοῦσαν·
τῆς οἰκουμένης οἱ ἀρχιερεῖς, Φράγκοι τε καὶ Ρωμαῖοι,
οἱ πατριάρχαι κ᾿ οἱ ἀρχιερεῖς οἱ πρῶτοι τῆς οἰκουμένης,
ἐπαῖρναν τὴν χειροτονίαν ἕκαστος ἀπὸ ἐκεῖνον,
ὅπου ἦτον Πάπας κι ἀρχιερεὺς εἰς τὸ σκαμνὶ τῆς Ρώμης.
Διαβόντα γὰρ χρόνοι πολλοὶ αὐτεῖνοι οἱ Ρωμαῖοι,
Ἕλληνες εἶχαν τὸ ὄνομα, οὕτως τοὺς ὠνομάζαν,
– πολλὰ ἦσαν ἀλαζονικοί, ἀκομὴ τὸ κρατοῦσιν –
ἀπὸ τὴν Ρώμη ἀπήρασιν τὸ ὄνομα τῶν Ρωμαίων.
Ἀπ᾿ αὔτης τῆς ἀλαζονείας, τὴν ἔπαρσιν ὅπου εἶχαν
ἀφήκασιν τὸν ὄρδιναν τῆς ἐκκλησίας τῆς Ρώμης,
καὶ στήκουν ὡς σχισματικοί, μόνι τὸ καῦχος ἔχουν.
Τηρήσετε, ἄρχοντες καλοί, τὴν ἀπιστίαν ὅπου ἔχουν·
λέγουν ὅτι εἶναι Χριστιανοί, καὶ ἀλήθειαν οὐ κρατοῦσιν·
τὸν ὅρκον τους οὐδὲν κρατοῦν, οὐδὲ Θεὸν φοβοῦνται·
μόνον τὸ βάφτισμα ἔχουσι τὸ τῆς χριστιανωσύνης.
(στ. 789-804)(26)
Στα παραπάνω αποσπάσματα είναι επίσης έκδηλη η αντιπάθεια των Φράγκων έναντι των μεσαιωνικών Ελλήνων, οι οποίοι παρόλα αυτά θεωρούνταν από τους Δυτικούς ως ένας λαός με ιστορικό βάθος, που έχει ως πρόγονούς του τους αρχαίους Έλληνες (στ. 794-795, 797). Στο πλαίσιο αυτό φαίνεται ότι κινείται και η ευρέως διαδεδομένη στη Δύση παράδοση της δήθεν τρωικής καταγωγής πολλών δυναστικών οίκων της Ευρώπης, που θεωρούσαν εαυτούς απογόνους του Αινεία, οικιστή της Ρώμης, και βεβαίως αντιπάλου όλων των βασιλέων των Αχαιών, των ομηρικών ηρώων του ελληνικού κόσμου, άρα και του Βυζαντίου(27). Λίγα χρόνια δε μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Οθωμανούς Τούρκους, στα τέλη του 15ου αιώνα, ο Γερμανός προσκυνητής μοναχός Felix Faber σημειώνει: «Οι Λατίνοι και οι Έλληνες αλληλομισούνται σε τέτοιο σημείο, που όλες οι χριστιανικές νίκες κατά των Τούρκων θα είναι μάταιες, αν δεν εξοντωθούν πρώτα οι Έλληνες»(28).

«Ανθελληνικά» στερεότυπα Δυτικών από τους Νεώτερους Χρόνους μέχρι και την Ελληνική Επανάσταση

Το παραπάνω αρνητικό για τους Έλληνες μοτίβο θα επαναληφθεί ώς έναν βαθμό και στα έργα Δυτικών περιηγητών που επισκέφθηκαν το Αιγαίο κατά τον 16ο, 17ο και 18ο αιώνα, όπως και σε αυτά διαφόρων Δυτικών αξιωματούχων. Επί παραδείγματι:
Ο Βενετός μοναχός Paolo Sarpi (1552-1623) αποκαλούσε τους Έλληνες «απίστους» και έλεγε ότι χρειάζονται «λίγο ψωμί και πολύ ξύλο» (“poco pane e molte bastonate”) και ότι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως άγρια θηρία, να ταπεινώνονται συνεχώς και να εμποδίζονται από την εξάσκηση στα όπλα(29). Ο Ιταλός προσκυνητής Zuarllardo γράφει στα τέλη του 16ου αιώνα: «Δεν πρέπει να εμπιστεύεσαι πολύ τους Έλληνες. Είναι γνωστοί εχθροί μας»30. Ο Γάλλος περιηγητής του Αιγαίου Jean Thévenot (1633-1667) σημείωνε ότι «Οι Έλληνες είναι φιλάργυροι, άπιστοι, προδότες, παιδεραστές, άκρως εκδικητικοί, υποκριτές και πολύ δεισιδαίμονες», καθώς και ότι «μισούν τους Καθολικούς περισσότερο από τους Τούρκους»(31).

Ο Γάλλος Ιησουίτης Robert Saulger (1637-1709) αποκαλούσε τους ορθοδόξους κατοίκους των Κυκλάδων «σχισματικούς» και «δεισιδαίμονες»(32), ενώ θεωρούσε ότι οι Έλληνες «είναι υπερήφανοι όταν υπερτερούν, αλλά ταπεινοί όταν χάνουν και γίνονται εξ ανάγκης κάποτε ψεύτες»(33). Επίσης, «είναι πανούργοι, λίγο φιλαλήθεις και ασταθείς στη φιλία τους. Γι’ αυτό στην Ανατολή θα σας κάνουν λόγο για την ελληνική απιστία ή θα σας πουν να πιστεύετε τα αντίθετα από εκείνα που λέγουν οι Έλληνες». Συμπληρώνει όμως ότι αυτά δεν ισχύουν για όλους, αφού γνώρισε στο Αρχιπέλαγος «πολλούς που ήταν εξαιρετικά ειλικρινείς, έντιμοι και σώφρονες»(34).
Θα πρέπει εδώ να υπογραμμιστεί, ότι τα παραπάνω αποσπάσματα δεν είναι τα αντιπροσωπευτικότερα των Δυτικών συγγραφέων που αναφέρονται στους ελληνορθόδοξους πληθυσμούς του Αιγαίου. Δεν είναι συνήθως ο ανθελληνισμός το πλέον κυρίαρχο στοιχείο στα κείμενά τους(35). Ωστόσο, η επανάληψη κατά τους Νεώτερους Χρόνους αρνητικών μεσαιωνικών στερεοτύπων για τους Έλληνες είναι κάτι που δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο. Το φαινόμενο αυτό εντάσσεται προφανώς στο γενικότερο κλίμα της εποχής στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο, όπου η εικόνα για τον Έλληνα δεν ήταν κατά κανόνα η θετικότερη(36). Αργότερα μόνο, με την εμφάνιση καλλιτεχνικών και ιδεολογικών ρευμάτων, όπως του Ρομαντισμού, θα αναζωπυρωθεί στη Δυτική Ευρώπη το ενδιαφέρον όχι μόνο για την αρχαία Ελλάδα, αλλά και για την τύχη των συγχρόνων, υποδούλων Ελλήνων. Πολλοί μάλιστα Δυτικοευρωπαίοι θα έλθουν ως εθελοντές να 
Βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΙ της Βαυαρίας
πολεμήσουν στο πλευρό των Ελλήνων κατά την Ελληνική Επανάσταση (1821-29), φαινόμενο που θα επαναληφθεί και στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, στις κρητικές επαναστάσεις του 1866 και του 1896(37), καθώς και στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο (1912-13)(38) , κυρίως από Ιταλούς Γαριβαλδίνους.

Από την άλλη, Δυτικοί ελληνιστές θα προαγάγουν σε σημαντικό βαθμό τα ελληνικά γράμματα (π.χ. ο Λουδοβίκος, βασιλιάς της Βαυαρίας και πατέρας του Όθωνα της Ελλάδος) και, παρά τη μονομερή εμμονή τους στην αρχαία Ελλάδα και την απόρριψη του βυζαντινού παρελθόντος, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως πραγματικοί και θερμοί φιλέλληνες, δεδομένης και της έμπρακτης στήριξής τους στον ελληνικό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα(39). Δεν εξέλιπαν ωστόσο και περιπτώσεις άλλων Δυτικοευρωπαίων αρχαιολατρών, που ήταν ταυτόχρονα και σφοδροί μισέλληνες, όπως ο Ολλανδός Κορνήλιος de Pauw, ο Πρώσσος Jacob Salomon Bartholdy, οι Άγγλοι William Gell και Thomas Thorthon(40), καθώς και οι επίσης Άγγλοι Richard Chandler και Charles Perry, οι οποίοι υποστήριζαν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι «πολυμήχανος, πονηρός και πανούργος λαός» και ότι είναι «δόλιοι, απατεώνες και προδότες»(41). Ο πιο γνωστός πάντως διανοούμενος της κατηγορίας αυτής υπήρξε ο Αυστριακός Jakob Philipp Fallmerayer (1790-1861), ο οποίος μας έμεινε κυρίως γνωστός για τις θεωρίες του περί απουσίας οποιασδήποτε σχέσης μεταξύ των αρχαίων και των νεώτερων Ελλήνων(42). Επίσης, στα μέσα του 19ου αιώνα η εικόνα των Ελλήνων για μεγάλο τμήμα της δυτικοευρωπαϊκής κοινής γνώμης υπήρξε άκρως αρνητική, δεδομένης της απροθυμίας της Ελλάδας για συμπαράταξή της με τον δυτικό συνασπισμό, που εξεστράτευσε εναντίον της Ρωσίας κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου (1853-1856), αλλά και της αποστολής Ελλήνων εθελοντών στο πλευρό των Ρώσων(43). Η γενικότερη πάντως εικόνα των Δυτικών για τον ορθόδοξο κόσμο δεν ήταν κατά κανόνα και η καλύτερη, σε αντιδιαστολή π.χ. με την εικόνα που είχαν πολλοί στη Δύση για τη μουσουλμανική, πλην όμως συμμαχική τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Δυτικοευρωπαϊκά και ιδίως γερμανικά αρνητικά στερεότυπα
για τους Έλληνες (τέλη 19ου – αρχές 21ου αι.)

Η ενασχόληση με το αρχαίο ελληνικό παρελθόν και η προαγωγή των ελληνικών γραμμάτων θα συνεχιστεί πρωτίστως από τα γερμανικά μορφωτικά και ερευνητικά ιδρύματα και κατά τον 20ό αιώνα, ωστόσο η γεωπολιτική σύγκρουση ανάμεσα στις δύο χώρες, οι οποίες βρέθηκαν σε αντίθετα στρατόπεδα κατά τη διάρκεια των δύο παγκοσμίων πολέμων, δεν θα ευνοήσει την εκδήλωση φιλελληνικών αισθημάτων και για τους σύγχρονους Έλληνες, παρόλο που δεν εξέλιπαν και αρκετές περιπτώσεις Γερμανών φιλελλήνων καθ’ όλο τον τελευταίο ενάμισι περίπου αιώνα. Ήδη από συστάσεως σχεδόν του γερμανικού κράτους, επί Bismarck (τέλη 19ου αι.), κάποιοι Έλληνες κατηγορούσαν τους Γερμανούς ότι στο πλαίσιο των γεωπολιτικών τους φιλοδοξιών επιθυμούσαν να διοικήσουν την Ελλάδα «ως επαρχία της Βαυαρίας», υπό το δόγμα του “Deutschland über Αlles”44. Σημειώνεται επίσης ότι ο σφιχτός εναγκαλισμός μεταξύ Γερμανίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας προ και κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου δεν ήταν άσχετος με τη συστηματική εξόντωση του μικρασιατικού Ελληνισμού από τους Νεοτούρκους, που έγινε κατόπιν σχεδιασμών και προτροπών Γερμανών αξιωματικών – συμβούλων τους, όπως π.χ. του Liman von Sanders πασά, που 
Liman von Sanders
αποκαλούσε τους Μικρασιάτες Έλληνες «εχθρικά στοιχεία, εμπνεόμενα με έξωθεν επαναστατικάς ιδέας», τα οποία θα έπρεπε να διωχθούν ανηλεώς(45). Κατά δε τη χιτλερική περίοδο υπάρχουν μαρτυρίες που αναφέρουν ότι οι Έλληνες κατηγορούνταν ως «τεμπέληδες, καφενόβιοι κι αεριτζήδες», τους οποίους οι Γερμανοί έλεγαν ότι θα υποχρεώσουν να εργάζονται «όπως ξέρουν αυτοί να βάζουνε τους σκλάβους να δουλεύουνε»(46). Σήμερα, 70 χρόνια μετά, το σκηνικό αυτό επαναλαμβάνεται κατά κάποιο τρόπο, με μια άλλη όμως μορφή. Η στρατιωτική εισβολή του Γ΄ Ράιχ στην Ελλάδα έχει κατά κοινή ομολογία αντικατασταθεί από τη γερμανική οικονομική διείσδυση, που φθάνει σε βαθμό υπονόμευσης της εθνικής μας κυριαρχίας, στο πλαίσιο μίας οιονεί ανασύστασης του γνωστού από τις δεκαετίες του ’30 και του ’40 «ζωτικού χώρου» της Γερμανίας (“Lebensraum”).

Επίσης, δημοσιεύματα του γερμανικού τύπου, κυρίως ευρείας λαϊκής κατανάλωσης, χαρακτηρίζουν τους Έλληνες «παράσιτα», «τεμπέληδες», «απατεώνες», «κλέφτες», «ψεύτες», «άχρηστους», «αναξιόπιστους», οι οποίοι θα πρέπει να τιμωρηθούν με σκληρά οικονομικά μέτρα ή και με την απώλεια τμήματος της εδαφικής τους επικράτειας (π.χ. κάποιων νησιών(47) ή ακόμη και της ίδιας της Ακρόπολης!(48), κατά προτίμηση προς όφελος της Τουρκίας(49). Παρόμοιου τύπου δημοσιεύματα έχουν εντοπιστεί και σε άλλες χώρες, όπως στη Δανία και σε άλλες σκανδιναβικές χώρες, δευτερευόντως στην Αγγλία και σπανιότερα στη Γαλλία(50), πρωτίστως όμως ίσως στην Ολλανδία, όπου, πέραν των παραπάνω, οι Έλληνες έχουν παρουσιαστεί και ως «εφευρέτες» του ομοφυλοφιλικού σεξ(51). Συχνά δε Έλληνες μετανάστες που διαβιούν στην κεντρική και βόρεια Ευρώπη, κυρίως στον γερμανόφωνο χώρο και τη Σκανδιναβία, αντιμετωπίζουν τη χλεύη και τις υβριστικές επιθέσεις μιας όχι ασήμαντης μερίδας των εκεί ιθαγενών πληθυσμών(52).
Αυτού του είδους όμως η πολεμική δεν περιορίζεται μόνο έναντι των Ελλήνων, αν και ο λαός μας αποτελεί κατά το τελευταίο διάστημα την προμετωπίδα των λαών που αντιμετωπίζονται απαξιωτικά, κυρίως από κύκλους του προτεσταντικού Βορρά. Λαοί κυρίως μεσογειακοί και καθολικοί, με όχι ιδιαίτερα μεγάλη έφεση στην οικονομική ανάπτυξη(53), αντιμετωπίζονται ως Ευρωπαίοι β΄ κατηγορίας, υφιστάμενοι αφενός τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης αφετέρου δε τη χλεύη κάποιων βορείων εταίρων τους στην Ευρώπη, που τους έχουν αποδώσει χαρακτηρισμούς, όπως του «οκνηρού», του «παρασίτου», του «γουρουνιού» κ.ά.(54), θεωρώντας παράλληλα ότι είναι «αμαρτωλοί», που θα πρέπει να «σωφρονιστούν»(55).

Η ύπαρξη των παραπάνω στερεοτύπων αποτελεί προφανώς προϊόν συνδυασμών διαφόρων παραμέτρων: αφενός των τρεχουσών πολιτικο-οικονομικών συνθηκών και αφετέρου της διαφορετικής ψυχοσύνθεσης, νοοτροπίας και ιστορικού και πολιτισμικού υποβάθρου μεταξύ των λαών της Ευρώπης. Φαίνεται λοιπόν ότι έχει κατά κάποιο τρόπο διαμορφωθεί στην Ευρώπη ένα ψυχολογικό χάσμα ανάμεσα στον προτεσταντικό Βορρά και τον καθολικό (και ελληνορθόδοξο) Νότο, κάτι που, όμως, λόγω της βαθμιαίας διάδοσης της οικονομικής κρίσης και βορείως των Άλπεων, αρχίζει και υποχωρεί, αν και ίσως όχι στον αναμενόμενο βαθμό.
Επιπλέον, το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μεν χώρα ευρωπαϊκή, όχι όμως και κατ’ ουσίαν δυτική(56), καθότι ορθόδοξη, φαίνεται ότι δεν δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ιδιαίτερα φιλικών προς αυτήν αισθημάτων από την πλευρά δυτικών κύκλων που επηρεάζουν ώς ένα βαθμό την εκεί κοινή γνώμη, κάποιοι εκ των οποίων τη συνδέουν ή την ταυτίζουν με την εχθρική γι’ αυτούς Ρωσία(57), μιλώντας μάλιστα για «σλαβορθόδοξο» πολιτισμό(58), ενώ έχει γίνει λόγος και για την ύπαρξη μίας «ανίερης συμμαχίας»(59) ή ενός «άξονα του κακού» των ορθοδόξων Ελλήνων και των Σέρβων κατά την περίοδο των πολέμων της πρώην Γιουγκοσλαβίας τη δεκαετία του ‘90 (60). Επίσης, στον γερμανικό τύπο της εποχής είχε ανασυρθεί από το χρονοντούλαπο της ιστορίας η θεωρία του Fallmerayer, για προφανείς λόγους, και κυκλοφορούσαν χάρτες που παρουσίαζαν την Ελλάδα ως ένα συνονθύλευμα λαών, με τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου να ανήκουν στην Τουρκία(61).
Ανάλογα βεβαίως φαινόμενα καχυποψίας και εχθρότητας απέναντι στους Δυτικούς, και δη τους Γερμανούς, έχουν παρατηρηθεί κατά το παρελθόν και από την πλευρά κάποιων Ελλήνων ορθοδόξων, δεδομένων των πολλών συσσωρευμένων αρνητικών τους εμπειριών από τη μακραίωνη συνύπαρξή τους με τον δυτικό κόσμο. Υπό το πρίσμα λοιπόν όλων των παραπάνω θα μπορούσε να ερμηνευθεί το φαινόμενο της ύπαρξης σήμερα στην Ευρώπη ορισμένων αρνητικών στερεοτύπων για τους Έλληνες, σε συνάρτηση βεβαίως και με το γενικότερο ιστορικό υπόβαθρο των σχέσεων του Ελληνισμού με τη Δύση.

Ωστόσο, οι λαοί της Δύσης, μεταξύ των οποίων και τμήματα των πληθυσμών του ευρωπαϊκού βορρά(62), αρχίζουν και αντιλαμβάνονται πλέον τα πραγματικά αίτια της σημερινής παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, αναπτύσσοντας μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις φιλελληνικά αισθήματα, ακόμη και φιλελληνική δράση: π.χ. το κίνημα “Je suis Grec” («Είμαι Έλληνας») (63), που έχει αναπτυχθεί στη Νάντη της Γαλλίας από τα τέλη του 2011, το οποίο έχει εξαπλωθεί και σε άλλες χώρες, αποτελεί το πρώτο ίσως σημαντικό παράδειγμα στην Ευρώπη κινήματος αλληλεγγύης προς τον ελληνικό λαό. Επίσης, από τον Φεβρουάριο του 2012 Ιταλοί δήμαρχοι προσφέρουν συμβολικά τον μισθό τους υπέρ του ελληνικού λαού, στο πλαίσιο της φιλελληνικής κίνησης αλληλεγγύης “Magna Grecia” («Μεγάλη Ελλάδα»)(64).

O ελληνικός πολιτισμός και οι πανανθρώπινες αξίες τις οποίες αυτός πρεσβεύει μπορούν να αποτελέσουν μια ρεαλιστική, εναλλακτική, οικουμενικού χαρακτήρα πρόταση απέναντι στο ατομοκεντρικό προτεσταντικό αξιακό σύστημα και την εργαλειακή αγγλοσαξωνική σκέψη, προϊόν της οποίας αποτελεί το κυρίαρχο σήμερα ανθρωποβόρο κοινωνικο-οικονομικό νεοφιλελεύθερο μοντέλο του προτάγματος του ατομικού κέρδους. Η πάλη λοιπόν σήμερα δεν γίνεται ανάμεσα στους Έλληνες και στους Δυτικούς, αλλά ανάμεσα στους λαούς και στους παγκόσμιους οικονομικούς ολιγάρχες και δυνάστες τους. Το αίτημα για επιστροφή στις αξίες του ελληνικού πολιτισμού φαντάζει πλέον ολοένα και πιο επιτακτικό για ολόκληρη την ανθρωπότητα, κάτι που συντελεί στο να έλθουν πιο κοντά οι Έλληνες με τους λαούς της Εσπερίας, αντιπαρερχόμενοι τις όποιες προκαταλήψεις και τα πάθη του παρελθόντος.

Σημειώσεις

1. Τ. Λουγγής, «Το ανατολικό χριστιανικό κράτος (395-518)», στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. Ζ΄, Βυζαντινός Ελληνισμός – Πρωτοβυζαντινοί Χρόνοι, σσ. 127-128.
2. Ό.π., σσ. 98-100.
3. Ι. Καραγιαννόπουλος, Το Βυζαντινό Κράτος, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 529.
4. Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη του Νικηφόρου Φωκά, Αθήνα 1997, σ. 26.
5. Ε. Γλύκατζη–Αρβελέρ, Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Αθήνα 1997, σσ. 60, 72.
6. Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, σ. 21.
7. Ό.π., σσ. 42-44, 62.
8. Καραγιαννόπουλος, σ. 528. – Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, σ. 21.
9. Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, σσ. 26-27.
10. Ό.π., σ. 31.
11. Ό.π., σ. 50.
12. Ό.π., σ. 44.
13. Ό.π., σ. 62.
14. Ό.π., σ. 62.- Γιουβενάλης, 10, 174.
15. Ό.π., σ. 43.- Βιργίλιος, Αινειάδα, 2, 65.
16. Ό.π., σ. 46.- Γιουβενάλης 6, 16.
17. Ό.π., σ. 67.- Μαρτιάλης, 13, 14.
18. Αργότερα όμως ο ίδιος ο συγγραφέας θα ανασκευάσει ουσιαστικά όσα γράφει, με το έργο του «Ανταπόδοσις», αναφερόμενος με σαφώς θετικά λόγια για τον κόσμο του Βυζαντίου: βλ. Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, σσ. 81-95.
19. Όμως και οι Έλληνες από τη δική τους πλευρά θεωρούσαν τους Δυτικούς «μιαρούς», «ακαθάρτους» και «αιρετικούς» και δεν αναγνώριζαν την εγκυρότητα των εκκλησιαστικών τους μυστηρίων: βλ. Δ. Πασχάλης, «Η Δυτική Εκκλησία είς τας Κυκλάδας», Ανδριακά Χρονικά 2-3 (1948), σ. 6. – Θ. Παπαδόπουλος, «Καθολικοί και Ορθόδοξοι στις Κυκλάδες», Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών 15 (1994), σ. 171.
20. Π. Γουναρίδης, «Η εικόνα των Λατίνων την εποχή των Κομνηνών», Σύμμεικτα 9 (1994), σ. 160.
21. Γλύκατζη–Αρβελέρ (1997), σσ. 116-122.
22. Αμέσως μετά την πτώση της βασιλεύουσας το 1204, οι Λατίνοι κατακτητές, θέλοντας να γελοιοποιήσουν τους ηττημένους, φορούσαν φαρδιά φορέματα και φτιασίδια και κρατούσαν χαρτιά στα χέρια τους, θεωρώντας ότι οι Βυζαντινοί ήταν ένας «λαός από γραφιάδες»: βλ. Γουναρίδης, σ. 171.
23. Γασμούλοι, βασμούλοι ή μπαστάρδοι ονομάζονταν όσοι είχαν πατέρα Λατίνο και μητέρα Ελληνίδα, φαινόμενο όχι σπάνιο για το λατινοκρατούμενο Αιγαίο του ύστερου Μεσαίωνα: βλ. P. Lock, Οι Φράγκοι στο Αιγαίο, Αθήνα 1998, σσ. 469-470.
24. Το Χρονικόν του Μορέως, Αθήνα 2005, σ. 35. – Θ. Σανσαρίδου–Hendrickx, Εθνικισμός και εθνική συνείδηση στον Μεσαίωνα με βάση το Χρονικό του Μορέως, Θεσσαλονίκη 2007, σσ. 57-58.
25. Το Χρονικόν του Μορέως, σσ. 33-34.
26. Ό.π., σ. 36.
27. Ε. Γλύκατζη–Αρβελέρ, Γιατί το Βυζάντιο, Αθήνα 2009, σσ. 222-223.
28. Κ. Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τόμ. Α΄, Αθήνα 1981, σ. 147.
29. Πασχάλης, σ. 18.
30. Σιμόπουλος, ό.π., σ. 147.
31. Πασχάλης, σσ. 18-19.
32. R. Saulger, Ιστορία των αρχαίων Δουκών και λοιπών ηγεμόνων του Αιγαίου Πελάγους, Paris 1698, μετάφραση Α. Καράλης, Ερμούπολη 1878, σσ. 42-43.
33. B. Slot, «Ο ιεραπόστολος Robert Saulger (1637-1709), ιστοριογράφος των Κυκλάδων», Μνημοσύνη 6 (1976-1977), σ. 139.
34. Μ. Ρούσσος–Μηλιδώνης, Ιησουίτες του 17ου και 18ου αιώνα περιγράφουν το Αιγαίο, Αθήνα 1989, σ. 54.
35. Υπάρχουν και παραδείγματα φιλελληνικής οπτικής Δυτικών περιηγητών του 17ου και 18ου αιώνα: «Ας θυμόμαστε γενναιόψυχα ότι οι Έλληνες είναι αυτοί που υπερασπίζονται την πίστη και ότι η Δύση την δέχθηκε εν μέρει από αυτούς»: βλ. Μ. Ρούσσος–Μηλιδώνης, Η Τουρκοκρατούμενη “Ελλάδα” μέσα από ανέκδοτα έγγραφα Ιησουιτών του 17ου και 18ου αιώνα, τόμ. Α΄, Αθήνα 2002, σ. 50. Το φαινόμενο αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο μίας ξεχωριστής μελέτης.
36. Slot, σ. 133. Αναφέρεται επίσης ενδεικτικά ότι σε λαϊκό γερμανικό πίνακα του 17ου αιώνα, όπου καταγράφονταν τα προτερήματα και τα ελαττώματα των λαών της Ευρώπης, οι Έλληνες ταυτίζονταν με τους Τούρκους: βλ. Γλύκατζη–Αρβελέρ (2009), σσ. 75-76. Βεβαίως και οι Έλληνες από την πλευρά τους δεν έτρεφαν και τα καλύτερα των αισθημάτων για τους Δυτικούς, ήδη από τη βυζαντινή περίοδο, κάτι που θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει το αντικείμενο μίας ξεχωριστής μελέτης.
37. Α. Παναγόπουλος, «Κοινοί αγώνες και θυσίες εναντίον του ξένου ζυγού – Ανεξαρτησία Ελλάδας και Ιταλίας», Επίκαιρα 75 (24-3-2011).
38. Δ. Χατζόπουλος, Οι Γαριβαλδινοί και η μάχη του Δρίσκου, Αθήνα 1914, σσ. 10-12.
39. M. Μήτσου, «Γερμανικός φιλελληνισμός», στο: Ο φιλελληνισμός στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Επτά Ημέρες (17-3-2002), σσ. 19-20.
40. Κ. Σιμόπουλος, Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τόμ. Γ1, σ. 180.
41. Ε. Μήτση, «Στη σκιά των μνημείων. Αρχαιολάτρες και αρχαιόσυλοι στην Ελλάδα του 18ου αιώνα», Σύγχρονα Θέματα 82 (2003), σ. 62.
42. Γ. Καραμπελιάς, Το 1204 και η διαμόρφωση του Νεώτερου Ελληνισμού, Αθήνα 2006, σ. 403.
43. Η Ελλάδα, τελικά, ευρισκόμενη σε αντίθετο στρατόπεδο με τη Δύση, θα πληρώσει ακριβά την πολιτική συμμαχίας της με την ομόδοξη Ρωσία, υφιστάμενη μεταξύ άλλων την κατάληψη της Αθήνας και του Πειραιά από τα γαλλικά και βρετανικά στρατεύματα (1854-1857): βλ. Σ. Παπαδόπουλος, «Ο Κριμαϊκός Πόλεμος και ο Ελληνισμός», στο: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. ΙΓ΄, σσ. 148, 165-166.
44. Θ. Δαμαλάς, «Επίλογος προς ανασκευήν των εν τη περί Νάξου ομιλία περί νεωτέρου Ελληνισμού κρίσεων του κ. Κουρτίου», στο: Νάξος. Ομιλία απαγγελθείσα μεν εν τω εν Βερολίνω επιστημονικώ συλλόγω την 21 Φεβρουαρίου 1846 υπό Ερνέστου Κουρτίου, Αθήνα 1889, σ. 72.
45. Μ. Ροδάς, Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, Μυτιλήνη 1916 (επανέκδοση Αθήνα 1995), σσ. 81, 87.
46. Δ. Γληνός, Τι είναι και τι θέλει το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, (1942), Αθήνα 1944, σ. 25.
47. Bild (27-10-2010), “Verkauft doch eure Inseln, ihr Pleite-Griechen”.
48. Bild (17-5-2011), “Muss Griechenland die Akropolis verkaufen?”.
49. «Παραλήρημα ανθελληνικής προπαγάνδας», newsbeast.gr (29-9-2011).
50. Σε μία περίπτωση οι Έλληνες παρουσιάζονται ως «τεμπέληδες», «απατεώνες», «διεφθαρμένοι» και «ομοφυλόφιλοι»: βλ. S. Guillon, “On a bien fait d’humilier les Grecs !”, Liberation (8-11-2011).
51. Ολλανδική τηλεόραση VARA (31-12-2010), μετάφραση: «Ελλήνων Ένωσις», http://www.youtube.com/watch?v=lVtiQu03fJc&feature=player_embedded
52. Γ. Αποστολίδης, «Μας αποκαλούν τεμπέληδες, μας χλευάζουν ακόμα και στα εστιατόρια», Έθνος της Κυριακής (4-3-2012).
53. Για το πώς συνδέεται κατά πολλούς η ανάπτυξη του καπιταλισμού με τον Προτεσταντισμό, σε αντιδιαστολή προς τον Καθολικισμό, βλ. M. Weber, Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού, μετάφραση Μ. Γ. Κυπραίος, Αθήνα 2000, σσ. 31-40.
54. J. Fleischhauer, “Italienische Fahrerflucht”, Der Spiegel (23-1-2012).
55. A. Frachon,“Et Dieu, dans la crise de l’euro?”, Le Monde (22-12-2011).
56. Ως Δύση θα μπορούσαμε να προσδιορίσουμε από ιστορική και πολιτισμική άποψη τις περιοχές της Ευρώπης όπου επικρατεί ο Καθολικισμός και ο Προτεσταντισμός, ενώ χρησιμοποιείται και το λατινικό αλφάβητο. Στη Δύση θεωρείται ότι ανήκουν ακόμη πολιτισμικά εξωευρωπαϊκές χώρες, κατοικούμενες ως επί το πλείστον από απογόνους Βορειοευρωπαίων αποίκων, όπως π.χ. οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία: βλ. Σ. Χάντιγκτον, Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης, Αθήνα 1999, σσ. 30-31, 217. Το γεγονός, επίσης, ότι, στο χρηματοδοτούμενο από την τότε ΕΟΚ βιβλίο Ευρωπαϊκής Ιστορίας (1990) του Γάλλου ιστορικού Jean Baptiste Duroselle, δεν συμπεριλαμβανόταν το Βυζάντιο, είναι ενδεικτικό των αντιλήψεων ορισμένων δυτικών κύκλων για τους Έλληνες.
57. Καραμπελιάς, σ. 409.
58. Χάντιγκτον, σσ. 31, 217-220, 223-224.
59. Β. Στοϊλόπουλος, «Η εικόνα της Ελλάδας στον γερμανικό τύπο τα τρία τελευταία χρόνια», Ελλοπία (Καλοκαίρι 1994), σ. 54.
60. H. Smith, “Greece faces shame of role in Serb massacre”, The Guardian (5-1-2003).
61. Στοϊλόπουλος, σσ. 54-56.
62. Zeit, (10-2-2012), “Lasst die Griechen in Ruhe!”. – Tageszeitung, (14-3-2012), “Demokratie statt Fiskalpakt!”.
63. http://jesuisgrec.blogspot.com.
64. http://www.forgreece.eu.


Πηγές
http://ethnologic.blogspot.gr/ 
http://lalei-kairia.blogspot.gr/ 
  http://maccunion.wordpress.com/

1 Δεκεμβρίου 2012

Η μεγάλη μετανάστευση των λαών των 4ο και τον 5ο αιώνα

Τα Αίτια της Μετανάστευσης

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της ευρωπαϊκής ιστορίας κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα είναι η μετανάστευση και η εγκατάσταση γερμανικών λαών στα εδάφη της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατά τον 5ο αι. Οι Γερμανοί ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια. Σχετικά με την προέλευσή τους και το χρόνο της μετακίνησής τους από τις αρχέγονες εστίες τους υπάρχει πολύ μεγάλη αβεβαιότητα.

1 Νοεμβρίου 2012

Φιλάνθρωπη νομοθεσία στο «Βυζάντιο»-Οι «δυνατοί» και οι «πένητες»

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Καταναλωτική κοινωνία και καπιταλισμός συνδέονται με την προσπάθεια συσσώρευσης πλούτου και υλικών αγαθών, αλλά και ατομικής ευημερίας. Όταν, όμως, μερικοί επιτυγχάνουν να συγκεντρώσουν πολλά υλικά αγαθά, αυτό σημαίνει ότι κάποιοι άλλοι τα στερούναι. Με τον τρόπο αυτόν δημιουργείται η κοινωνική αδικία, οι άνθρωποι χωρίζονται σε πλούσιους και πτωχούς. Βέβαια, το «πνεύμα του καταναλωτισμού», ως επιθυμία, επίδειξη και απόλαυση, συνδέεται με όλες τις κοινωνικές τάξεις των ανθρώπων. Θα δούμε στην συνέχεια πως η Ρωμαϊκή Χριστιανική Αυτοκρατορία (Βυζάντιο) αντιμετώπιζε τα προβλήματα που ανέκυπταν από την κοινωνική αδικία.
Η Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με έδρα την Κωνσταντινούπολη, το λεγόμενο
Βυζάντιο, διακρινόταν για την φιλανθρωπία της, γι’ αυτό άντεξε χίλια χρόνια και πολλοί μελετητές σπουδάζουν την ζωή και τον πολιτισμό, αλλά και την όλη εσωτερική και εξωτερική πολιτική την οποία εξασκούσαν οι Αυτοκράτορες. Όλα τα κοινωνικά θέματα και γενικότερα η πολιτική της είχαν εμποτισθή από την Χριστιανική διδασκαλία. Βέβαια, και εκεί γίνονταν διάφορα λάθη, αφού η αμαρτία δεν απουσιάζει από τους ανθρώπους και τις κοινωνίες, αλλά είχαν έναν ορθό προσανατολισμό. Αυτό φαίνεται και από το πως προσπαθούσαν οι Ρωμαίοι-Βυζαντινοί να επιλύσουν διάφορα κοινωνικά προβλήματα.

29 Οκτωβρίου 2012

Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης


Η Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης και οι πολίτες της
Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Δ. Μεταλληνός
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Παναπιστημίου Αθηνών

1.Προλογικά

Πρίν από είκοσι περίπου χρόνια δίδασκα στο αμφιθέατρο της Σχολής μας, στους  πρωτοετείς  Φοιτητές. Από το ύψος της έδρας διέκρινα στα πρώτα έδρανα μία ομάδα φοιτητών και φοιτητριών, που δεν έδειχναν για ελλαδίτες. Στο τέλος του μαθήματος τους πλησίασα και τους ρώτησα για το τόπο της καταγωγής  τους. Ένας από αυτούς, που, όπως έδειχαν τα πράγματα, κατείχε καλύτερα  την ελληνική γλώσσα, μου απάντησε: «Είμασθε Ρωμηοί από τη Μέση Ανατολή» (Λίβανο,Συρία.Παλαιστίνη κ.τ.λ). Αιφνιδιάσθηκα, το ομολογώ, με την απάντηση αυτή, που δεν την ανέμενα. "Έτσι, προχώρησα σε μία δεύτερη ερώτηση: «Γιατί είσθε Ρωμηοί»; Και τότε ήλθε η ακόμη πιο αιφνιδιαστική απάντηση «Επειδή ο αυτοκράτορας μας ήταν στην Νέα Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη, και ο πρώτος Ορθόδοξος Πατριάρχης μας είναι ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως - Νέας  Ρώμης »!

Τότε συνειδητοποιήσα, ότι υπάρχουν ακόμη Ορθόδοξοι στη Μέση Ανατολή, που έχουν συνείδηση της ταυτότητας και της ιστορίας τους, σ' αντίθεση με πολλούς από εμάς τους Νεοέλληνες, που [επηρεασμένοι από την προπαγανδιστική συνθηματολογία των Ευρωπαίων, κυρίως από 18/19 αιώνα], έχουμε τελείως αποξενωθεί από τις έννοιες αυτές, [στην ακατανίκητη  μανία μας τα ταυτισθούμε με την (Δυτική) Ευρώπη (=εξευρωπαισμός)]. Αυτά τα έχει αναλύσει με ισχυρή τεκμηρίωση ο  αείμνηστός π.Ιωάννης Ρωμανίδης1, επιφανής ορθόδοξος δογματολόγος, αλλα και ιστορικός(†2001), τα διδάσκω δε και εγώ (στις παραδόσεις και διαλέξεις μου)². Διότι μελετώντας τις πηγές, που εξαντλητικά ερεύνησε εκείνος, διεπίστωσα την τερατώδη πλαστογράφηση της μέσης περιόδου της ιστορίας μας, με κορύφωση την καθιέρωση (1562) από την δυτική επιστήμη του ανύπαρκτου (ως κρατικόυ) ονόματος ΒΥΖΑΝΤΙΟ [και την δουλοπρεπή εκ μέρους μας  αποδοχής και  χρήση του]. Η αυτοκρατορία, μέσα στην οποία ζήσαμε και συναναπτυχθήκαμε οι Ορθόδοξοι πολίτες της, είχε αλλό όνομα και η ενότητα της  είχε άλλα θεμέλια από εκείνα  που αναζήτησαν στους τελευταίους αιώνες για τον εαυτό τους οι κρατικοεθνικές ενότητες, που  προέκυψαν μέσα από τις νεώτερες ιστορικοπολιτικές εξελίξεις.

Γι' αυτά τα θέματα θα γίνει  λόγος στις σελίδες, που ακολουθούν, με μοναδική επιδίωξη να συνειδητοποιηθούν πραγματικότητες, που περνούν απαρατήρητες σήμερα, και να κατανοηθούν οι ενωτικοί  σύνδεσμοι όλων των Ορθοδόξων πολιτών της κοινής μας - κάποτε- Αυτοκρατορίας, για την διακράτηση τους, μέσα σε καθαρά πνευματικό πλαίσιο, στην εποχή μας.[Διότι ουδέποτε απειλήθηκε περισσότερο η Ορθοδοξία (των Αποστόλων και όλων των Αγίων μας ) απ' όσο στην εποχή της παγκοσμιοποιήσεως (NEW AGE) και του στρατιωτικοπολιτικού βραχίονα της επιβολής και επεκτάσεως της, της Νέας Τάξης  πραγμάτων, με την επιδιωκόμενη και βαθμιαία πραγματοποιούμενη , ισοπεδωτική- ολιστική συγχώνευση των πάντων και τον γενικό εκδυτικισμό, με ότι αυτός συνεπάγεται για τον κοινό ορθόδοξο πολιτισμό μας3].

Ευχαριστώ  το παλαίφατο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και ιδιαίτερα τον Μακαριώτατο και Θειότατο Πατριάρχη του κ.κ. Θεόφιλο για την ευκαιρία, που μου έδωσε, να απευθυνθώ με την γλώσσα της αγάπης και ειλικρίνειας στους αδελφούς  Ορθοδόξους της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, που με τις απαντήσεις των παλαιών εκείνων φοιτητών μου όχι μόνο μου απεκάλυψαν την σωζόμενη ρωμαική συνείδηση τους, αλλά και με βοήθησαν να επανακαλύψ, με την χάρη του Θεού, την συνεχιζόμενη ορθόδοξη ταυτότητα και ενότητα μας.

Πηγή: Εκκλησιαστικόν Περιοδικόν Σύγγραμμα: Νέα Σιών
Έκδοσις Ιερού κοινού του Παναγίου Τάφου 




Άλωση της Πόλεως από τους Σταυροφόρους

800 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΥΣ
ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΤΟ 1204
Στο όνομα του Πάπα

Oχτακόσια χρόνια ακριβώς εφέτος (2004) από εκείνη την 13η Απριλίου του 1204, όταν οι Φράγκοι και Φλαμανδοί στην πλειονότητά τους, αλλά και Γερμανοί, Λομβαρδοί, Τοσκάνοι και φυσικά Βενετοί, που αποτελούσαν το σώμα της Δ΄ Σταυροφορίας, κατελάμβαναν και λεηλατούσαν την Κωνσταντινούπολη, στο όνομα του Πάπα Ιννοκεντίου Γ΄ και σε παρέκκλιση της πορείας προς τους Αγίους Τόπους, επωφελούμενοι από τις εσωτερικές διαμάχες και τις δυναστικές έριδες στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Δ΄ Σταυροφορία υπήρξε καταλυτική για την μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας αλλά πέρα από τις πολιτικές συνέπειές της, που θα μετρούνται για αιώνες, οι πολιτιστικές εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι και σήμερα, εδραιωμένες προ πολλού από το δίκαιο του κατακτητή. «Η Κωνσταντινούπολη άδειασε από κάθε πλούτο δημόσιο, ιδιωτικό και εκκλησιαστικό».

«...Έβλεπε κανείς όχι μόνο τις ιερές εικόνες του Χριστού να θραύονται με αξίνες και να ρίχνονται στη φωτιά, αλλά και τα σεπτά και πανάγια σκεύη να αρπάζονται με θράσος από τους ναούς, να ρίχνονται στη φωτιά και να παρέχονται στα εχθρικά στρατεύματα ως απλούς άργυρος και χρυσός».

Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 ο Νικήτας Χωνιάτης, ιστορικός της αλώσεως της Πόλης, περιγράφει με λεπτομέρεια τις δραματικές σκηνές της απογύμνωσης της Βασιλεύουσας από τους θησαυρούς της. Μιλάει για όσα χάθηκαν δια παντός, αλλά και για εκείνα που όδευσαν προς τη Δύση. Για τα χρυσά «βαρυτάλαντα» έπιπλα και τις αργυρές λυχνίες της Αγίας Σοφίας, που μετατράπηκαν σε άμορφη μάζα από τη φωτιά μαζί με την ολόχρυση και στολισμένη με πολύτιμες πέτρες Αγία Τράπεζα, που τεμαχίστηκε και διανεμήθηκε στους λαφυραγωγούς. Αλλά και για εκείνα -ιερά λείψανα και θρησκευτικοί θησαυροί, καθώς και έργα τέχνης- τα οποία μετά την διανομή της λείας έφθασαν στην Βενετία, στη Γαλλία, στη Γερμανία.

Στη συνέχεια, άρχισε η λεηλασία της πόλης. Το αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο και ναύσταθμος τέθηκαν υπό φρούρηση, αλλά με εξαίρεση αυτά τα δύο, οι στρατιώτες και οι ναύτες είχαν το δικαίωμα να λαφυραγωγήσουν ότι ήθελαν χωρίς διάκριση. Ποτέ στην Ευρώπη δεν είχε πραγματοποιηθεί μια τόσο συστηματική και ανελέητη λεηλασία. Ποτέ ο στρατός ενός χριστιανικού κράτους δεν είχε λεηλατήσει μια πόλη με τόσο βάρβαρο τρόπο, όσο εκείνος με τον οποίο λεηλάτησαν την Πόλη· εκείνοι οι στρατιώτες του Χριστού, που είχαν ορκιστεί να παραμείνουν αγνοί, είχαν υποσχεθεί ενώπιον του Θεού να μη χύσουν χριστιανικό αίμα και έφεραν πάνω τους το έμβλημα του Πρίγκιπα της Ειρήνης. Περιγράφοντας τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Σταυροφόροι, ο Χωνιάτης γράφει με οργή. «Πήρατε το σταυρό και ορκιστήκατε πάνω σ' αυτόν και στα ιερά ευαγγέλια, ότι θα περνούσατε από την επικράτεια των χριστιανών χωρίς να χύσετε αίμα και χωρίς να στραφείτε προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά. Μας είπατε ότι είχατε πάρει τα όπλα μόνο εναντίον των Σαρακηνών και θα πνίγατε μόνο εκείνους στο αίμα τους. Υποσχεθήκατε να παραμείνετε αγνοί ενόσω φέρατε το σταυρό, όπως άρμοζε σε στρατιώτες που υπηρετούν τη σημαία του Χριστού. Αντί να υπερασπιστείτε τον τάφο του, βιαιοπραγήσατε σε βάρος των πιστών που είναι μέλη του. Φερθήκατε στους χριστιανούς χειρότερα απ' ότι οι Άραβες φέρονται στους Λατίνους, γιατί οι τελευταίοι σέβονται τουλάχιστον τις γυναίκες».

Η λαγνεία των στρατιωτών δεν φείσθηκε ούτε των κοριτσιών ούτε των αφιερωμένων στο Θεό παρθένων. Η βία και η ακολασία ήταν παρούσες παντού. Οι κραυγές, οι θρήνοι και τα βογκητά των θυμάτων αντηχούσαν σε ολόκληρη την πόλη και παντού η λεηλασία ήταν απεριόριστη και η λαγνεία αχαλίνωτη. Αυτοί οι ευσεβείς ληστές, όπως τους αποκαλεί προσφυώς ο Γκούντερ, ενεργούσαν σαν να είχαν άδεια να διαπράξουν οποιοδήποτε έγκλημα. Κράδαιναν τα ξίφη τους και λεηλατούσαν κατοικίες κι εκκλησίες. Η θρησκεία των ηττημένων υφίστατο κάθε είδους προσβολή. Οι μοναχοί και οι ιερωμένοι υπέστησαν προσβλητική μεταχείριση. Οι Σταυροφόροι τοποθετούσαν τα άμφια των ιερέων στις ράχες των αλόγων τους. Οι εικόνες αποσπώνταν ανελέητα από τα πλαίσιά τους ή θρυμματίζονταν. Οι στρατιώτες βεβήλωσα το μέγιστο ναό της Χριστιανοσύνης. Μια πόρνη κάθισε στην πατριαρχική καθέδρα και χόρευε και τραγουδούσε ένα άσεμνο τραγούδι προς τέρψη των στρατιωτών. Η λεηλασία του ίδιου ναού το 1453 εκ μέρους του Μωάμεθ Β΄, δεν ήταν τόσο εκτεταμένη όσο εκείνη εκ μέρους των Σταυροφόρων του Πάπα το 1204. Αυτούς τους ευσεβείς ληστές -νέο Σταυροφόρους- τους γνωρίσαμε πρόσφατα στην Σερβία και τώρα στη μαρτυρική Κύπρο μας, σαν Σχέδιο Ανάν!..

(Ελληνοκαναδική Ορθόδοξη Ιεραποστολική Αδελφότητα «Ορθόδοξη Φωνή»).
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ» 30-04-2004

Αναδήμοσίευση:http://www.pmeletios.com/ar_meletios/ethnikes_eortes/h_alosh_ths_konstantinoypoleos.html



Η συγκλονιστική πορεία του αυτοκράτορα Ηράκλειου!..


Το φθινόπωρο του 627 ο Ηράκλειος έκανε νέα εκστρατεία κατά της Περσίας και νίκησε το Χοσρόη σε αποφασιστική μάχη στην αρχαία Νινευί (Δεκέμβριος 627). Έπειτα από επανάσταση που ξέσπασε στην Περσία, ο νέος βασιλιάς της Σιρόης ζήτησε ειρήνη και περιορίστηκε στα παλιά σύνορα του κράτους του. Έτσι, το Σεπτέμβριο του 629, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, ύστερα από έξι χρόνων απουσία, γύρισε στην πρωτεύουσα μαζί με τον Τίμιο Σταυρό και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Τον επόμενη χρονιά (630) πήγε στα Ιεροσόλυμα και τοποθέτησε στη θέση του τον Τίμιο Σταυρό!..
Η υποταγή του Πέρση βασιλιά Χοσρόη στον βυζαντινό αυτοκράτορα Ηράκλειο (μικρογραφία).
ΟΠΩΣ όλοι γνωρίζουν, ο Ηράκλειος (575-641) υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς αυτοκράτορες του Ελληνικού Βυζαντίου (610-641). Ήταν γιος του έξαρχου της Αφρικής Ηράκλειου και γεννήθηκε στην Καππαδοκία. Έπειτα από πρόσκληση του στρατηγού Πρίσκου, γαμπρού του ανίκανου αυτοκράτορα Φωκά, ο Ηράκλειος, σε ηλικία 36 χρονών, ήρθε με στόλο στην Κωνσταντινούπολη, ανέτρεψε με τη βοήθεια του λαού το Φωκά και στις 5 Οκτωβρίου του 610 στέφτηκε αυτοκράτορας.
Το κράτος που ανέλαβε να κυβερνήσει ήταν σχεδόν διαλυμένο. Οι Πέρσες με το βασιλιά τους Χοσρόη άρχισαν το 612 την προέλασή τους στην Καππαδοκία, την Αρμενία και τη Συρία, ενώ το 614 κυρίεψαν τα Ιεροσόλυμα, όπου τη σφαγή και την αιχμαλωσία των χριστιανών συμπλήρωσε η αρπαγή του Τίμιου Σταυρού. Στα Βαλκάνια οι Σλάβοι και οι Άβαροι εισέβαλαν στην αυτοκρατορία (617) και την ίδια χρονιά οι Πέρσες έφτασαν ως τη Αίγυπτο. Το 619 ο Ηράκλειος, για να εξασφαλίσει τα νώτα του, αναγκάστηκε να κλείσει ειρήνη με τους Αβάρους, πληρώνοντας στο Χαγάνο, τον ηγέτη τους, ένα μεγάλο χρηματικό ποσό.
Στις 5 Απριλίου του 622 ο αυτοκράτορας επιχείρησε την πρώτη από τις εκστρατείες του κατά των Περσών, δίνοντας θρησκευτικό χαρακτήρα στον αγώνα του και το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου είχε ανακτήσει όλη τη Μ. Ασία. Το 623 επιχείρησε δεύτερη εκστρατεία εισβάλλοντας στην ίδια την Περσία. Στο μεταξύ οι Πέρσες ήρθαν σε συνεννόηση με τους Αβάρους και πολιόρκησαν μαζί την Κωνσταντινούπολη από στεριά και θάλασσα, ενώ ο Ηράκλειος τότε βρισκόταν στη Λαζική. Η πόλη σώθηκε χάρη στην τόλμη και το θρησκευτικό ενθουσιασμό που ενέπνευσαν στο λαό ο πατριάρχης Σέργιος και ο πρωθυπουργός Βώνος. Το φθινόπωρο του 627 ο Ηράκλειος έκανε νέα εκστρατεία κατά της Περσίας και νίκησε το Χοσρόη σε αποφασιστική μάχη στην αρχαία Νινευί (Δεκέμβριος 627). Έπειτα από επανάσταση που ξέσπασε στην Περσία, ο νέος βασιλιάς της Σιρόης ζήτησε ειρήνη και περιορίστηκε στα παλιά σύνορα του κράτους του.
Βυζαντινό χρυσό νόμισμα με τη μορφή του Ηράκλειου.
Έτσι, το Σεπτέμβριο του 629, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, ύστερα από έξι χρόνων απουσία, γύρισε στην πρωτεύουσα μαζί με τον Τίμιο Σταυρό και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Τον επόμενη χρονιά (630) πήγε στα Ιεροσόλυμα και τοποθέτησε στη θέση του τον Τίμιο Σταυρό. 
Ήδη όμως, από το 622, εμφανίζεται ο νέος κίνδυνος του ισλαμισμού. Μετά το θάνατο του Μωάμεθ (632) οι διάδοχοί του άρχισαν να προσβάλλουν τις βυζαντινές επαρχίες. Οι Άραβες κυρίεψαν τη Δαμασκό (635) και τα Ιεροσόλυμα (637), ενώ ο Ηράκλειος, γέρος και άρρωστος, δεν ήταν πια σε θέση να αντιδράσει. Το 639 οι Άραβες συμπλήρωσαν την κατάκτηση της Μεσοποταμίας και την επόμενη χρονιά υπέταξαν την Περσία.
Βασική αιτία για την τόσο ραγδαία εξάπλωση των Αράβων ήταν και η χαλαρή σύνδεση των μονοφυσιτών κατοίκων της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου με το ορθόδοξο Βυζάντιο. Στον τομέα της θρησκευτικής πολιτικής ο Ηράκλειος προσπάθησε να συμβιβάσει ορθοδόξους και μονοφυσίτες. Το 638, με έγκριση του Ηρακλείου, δημοσιεύτηκε η «έκθεση» του πατριάρχη Σέργιου, στην οποία προτάθηκε ως λύση ο μονοθελητισμός. Τελικά καμιά μερίδα δε δέχτηκε την «έκθεση» και οι έριδες συνεχίστηκαν.
Το 641, μετά το θάνατο του Ηράκλειου, βασιλιάδες ανακηρύχτηκαν, σύμφωνα με τη διαθήκη του, οι γιοι του Ηράκλειος-Κωνσταντίνος και Ηρακλεωνάς, ο πρώτος γιος της Ευδοκίας, ο δεύτερος γιος της ανιψιάς του Μαρτίνας, την οποία παντρεύτηκε ο Ηράκλειος το 613, μετά το θάνατο της πρώτης του γυναίκας.
Ως αυτοκράτορας ο Ηράκλειος έδειξε εξαιρετικές στρατιωτικές ικανότητες, όπως απέδειξε με την απόκρουση του περσικού κινδύνου. Στο διοικητικό τομέα ίδρυσε υπηρεσίες που συνέδεαν άμεσα τον αυτοκράτορα με τα εκτελεστικά όργανα. Από αυτόν επίσης καθορίστηκαν ουσιαστικά τα «θέματα», στρατιωτικοπολιτικές διαιρέσεις της αυτοκρατορίας για την καλύτερη αντιμετώπιση των στρατιωτικών και πολιτικών αναγκών. Στα χρόνια της βασιλείας του Ηράκλειου καθιερώθηκε οριστικά η ελληνική γλώσσα και στις δημόσιες υπηρεσίες, αντικαθιστώντας την ως τότε χρησιμοποιούμενη λατινική.
Πηγές: 
α) Ιστορικό και Δημοσιογραφικό Αρχείο γράφοντος
β) Εγκυκλοπαίδεια «Μαλλιάρης-παιδεία»